Facebook’em Dano
Δεν αγαπώ το Facebook.
Από όλες τις πιθανές εφευρέσεις και τις νέες τεχνολογικές δυνατότητες που υπάρχουν, λίγες θα ζήλευε η παλιά, καλή Stazi, όσο τις τεχνολογίες κοινωνικής δικτύωσης και ιδίως την ναυαρχίδα τους το Facebook. Χαρούμενοι χρήστες διαθέτουν δωρεάν την πληροφορία που θα χρειαζόταν τρεις πράκτορες σε ημερήσιες βάρδιες για να εκμαιεύσουν - και σε κλίμακα πέρα από τις πιο αχαλίνωτες ονειρώξεις οιουδήποτε ολοκληρωτικού ανθρωποφύλακα.
Αν οι πολίτες μάθαιναν ξαφνικά πως υπάρχουν ιδιωτικοί οργανισμοί που διαθέτουν εκτενείς φακέλους σχετικά με την προσωπική τους ζωή, τις κάθε είδους προτιμήσεις τους, και παρακολουθούν και καταγράφουν τις καταναλωτικές και όχι μόνο συνήθειές τους, θα υπήρχε βοερή κατακραυγή για την κατάλυση του ιδιωτικού απορρήτου. Ιδίως αν τα στοιχεία αυτά ήταν δημόσια διαθέσιμα στον καθένα (και είναι μέχρι πρόσφατα που γνωρίζω τουλάχιστον, μια εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα υπόθεση να διαγράψει κανείς τα δικά του, αν το κατορθώσει και ποτέ). Αυτό όμως το επιτυγχάνει εθελουσίως και χωρίς πάρα πολλές διαμαρτυρίες το Facebook.
Το Facebook εθελοντικά και αθώα «πείθει» τους χρήστες να διαθέσουν λεπτομερέστατα καταναλωτικά και κοινωνικά προφίλ τους δωρεάν, για χρήση στο μάρκετινγκ και ιδίως στο προσωποποιημένο μάρκετινγκ που έχει τους ίδιους σαν στόχους, αλλά και για κάθε δυνατή χρήση από κάθε ιδιώτη ή οργανισμό. Σε αντάλλαγμα, δίνει στους χρήστες την δυνατότητα να συντηρούν εικονικές σχέσεις με φίλους και «φίλους»(δηλαδή διαδικτυακούς «γνωστούς»), να κουτσομπολεύουν και να σκουντούν εικονικά (poke) ο ένας τον άλλο, να φτιάχνουν ομάδες ενδιαφερόντων και να έχουν εικονικές πρωτοβουλίες και αιτήσεις/συλλογές υπογραφών, να χρησιμοποιούν διάφορες εφαρμογές που κυμαίνονται από ενδιαφέρουσες μέχρι παθολογικά ανιαρές κοκ. Με άλλα λόγια πρόκειται για μια εικονική δικτυωμένη παιδική χαρά, όπου το μεν κοινωνικό αποστειρώνεται, τα δε προσωπικά στοιχεία του καθενός είναι το εισιτήριο συμμετοχής: Τέτοια αναλογικότητα τιμήματος είχε να υπάρξει από την εποχή που οι Ινδιάνοι πούλησαν το Μανχάταν σε λευκούς για κάτι χάντρες.
Όλα αυτά θα ήταν από μόνα τους ανησυχητικά και λόγος αποχής από το Facebook και από παρομοίως χύμα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης (και για μένα ήταν να πω, και θα επανέλθω σε αυτό). Η πληροφορία όμως ότι το Facebook σαν οργανισμός έχει, δια ενός εκ των ιδιοκτητών του, σχέση με την αμερικανική κλίκα των νεοσυντηρητικών περί τον Μπους τον Μικρό και ταυτόχρονα, έμμεση, αλλά όχι πολύ μακρινή, σχέση με την CIA, θα έπρεπε να αρκεί για την απομάκρυνση από την εφαρμογή με ελαφρά πηδηματάκια όλων εκείνων που το όραμά τους για την κοινωνική διασύνδεση δεν περιλαμβάνει κάποιου είδους εθελοντικού Πανοπτικού με διαχειριστές εξουσιομανείς και κοινωνιοπαθείς υπηρέτες ενός χρεοκοπημένου και εγκληματικού status quo.
Αλλά δεν αγαπώ το Facebook και για έναν ακόμα λόγο: Είναι εργαλείο κατακερματισμού του χρόνου και της προσοχής μου, είναι ένα από τα πολλά νέα εργαλεία διασύνδεσης που δυσχεραίνουν την συγκέντρωση, την διαχείριση του εργάσιμου ή του προσωπικού χρόνου. Είναι εντέλει αντικοινωνικό εργαλείο δικτύωσης, το οποίο προκειμένου να διευκολύνει την μεγιστοποίηση του αριθμού των «επαφών» σου, περιορίζει στα υποτυπώδη την ποιότητα της συναναστροφής, ακόμα και για τα εικονικά συμφραζόμενα. Και φυσικά συντελεί και αυτό στον περιορισμό του διαθέσιμου χρόνου εξωδικτυακής ζωής, μέσα από την εθιστική εμμονικότητα των βασικών του λειτουργιών.
Όλα αυτά ας μην εκληφθούν σαν άλλος ένας τεχνοφοβικός λίβελος από άλλον ένα τεχνολογικά «αναλφάβητο» μεσήλικα: ο υπογράφων περιφέρεται μανιωδώς στα usenet και τα internet από το 1989, έχει ζήσει ως τακτικότατος χρήστης τον παγκόσμιο ιστό κυριολεκτικά από τα γεννοφάσκια του, έχει εργαστεί επαγγελματικά σε αυτόν και έχει βάλει ένα μικρό λιθαράκι από νωρίς στην ανάπτυξη της ελληνικής ιστολογοσύνης, αν πιστέψουμε την Ελληνική Wikipedia. Αλλά κάθε τι το καινούριο ή το δημοφιλές δεν οφείλει να είναι κατ’ ανάγκην και ευπρόσδεκτο.
Σχόλια